Το δωμάτιο του συγγραφέα να έχει θέα στο κοιμητήριο.
Montaigne
Υποθέτω, πως η υπενθύμιση της φθαρτότητας αφορά κάθε δημιουργό, συνεπώς και τον εικαστικό, που αντιπαραθέτει σ' αυτήν, το μεγαλύτερης διάρκειας, όπως ελπίζει, καλλιτεχνικό του έργο.
Όμως, ήταν μάλλον υπερβολή η τοποθέτηση των λυόμενων, που στέγασαν το Τμήμα Εικαστικών Τεχνών, στην ανατολική πλευρά του κάμπους του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου η γη, παραμένοντας ακάλυπτη, θύμιζε την παλαιότερη χρήση της, που ήταν το εβραϊκό κοιμητήριο. Ο Montaigne μίλησε απλώς για θέα.
Για περισσότερα από είκοσι χρόνια, είχα την τιμή να διδάσκω στο Α΄ Εργαστήριο Ζωγραφικής, που στεγαζόταν σε μια από αυτές τις παράγκες και που μια φορά το χρόνο μεταμορφωνόταν με λαμπιόνια, σε φωταγωγημένο πλοίο.
“Ανοιχτές πόρτες”, ήταν ο τίτλος της έκθεσης εικαστικών έργων του τέλους της ακαδημαϊκής χρονιάς, η επιβράβευση των κόπων. Ένα μικρό μουσικό σύνολο, πασαρέλα με ρούχα σχεδιασμένα από τους φοιτητές με κέφι, ένα θεατρικό μονόπρακτο, μια άρια. Το λαμπερό γοβάκι του καταστήματος στην Εγνατία προβάλλεται βιντεοσκοπημένο στον απέναντι τοίχο. Και βέβαια, ένα ποτήρι κρασί κι εκείνη η μαγική ατμόσφαιρα που δημιουργείται από την κοινή προσπάθεια.
Το θέλαμε κάθε χρόνο αυτό το παραμύθι και εγώ και οι νέοι καλλιτέχνες και οι φίλοι μας.
Δυστυχώς, ή ευτυχώς, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη μου τη ρήση του Paul Valery ότι οι σκέψεις που κρατάμε για τον εαυτό μας χάνονται, η λήθη αποδεικνύει ότι το εγώ είναι κανείς, μοιράστηκα με τους μαθητές μου, όχι τη βεβαιότητα, αλλά τα ερωτηματικά μου για τη ζωή και την τέχνη, αφήνοντας σ' αυτούς την αξιολόγηση, την απόρριψη, ή την αποδοχή.
Υπεύθυνος λόγος στην καλλιτεχνική παιδεία είναι ο αποσταθεροποιητικός λόγος που αφήνει περιθώρια στο ανέκδοτο, στο ξάφνιασμα, στην ετερότητα, στο ανοίκειο, λόγος που περιέχει την αγωνία, την αναζήτηση και όχι το δεδομένο, ώστε να υποψιαστούμε τα πράγματα που αγνοούμε και ο χώρος της τέχνης να γίνει τόπος.
Μια θέση στη φαντασία, μια θέση στο γκρίζο, στο ημίφως, στα ημιτόνια. Όσα φαίνονται δεν είναι όλα όσα γίνονται, έγραψε ο Pessoa και το ετερώνυμο του, ο Barão de Teive, μη διδάσκεις τίποτα, γιατί έχεις όλα να τα μάθεις. Είχα πάντα και αυτό στο νου μου.
Αν συνειδητοποιούσαμε πόσο αμφίδρομη είναι η ροή, δεν θα υποδυόμασταν ποτέ τους δασκάλους και δεν θα γινόμασταν ποτέ οπαδοί.
Να μοιραζόμαστε δίκαια τα αγαθά, αποδεικνύεται δύσκολο στην πράξη. Ας μοιραστούμε συνεπώς τις γνώσεις, την αγωνία, τον αλληλοσεβασμό, τη συνενοχή που γεννά η τέχνη, όταν εγκαθιστά ένα διάλογο. Αυτό, είναι, εφικτό.
Επί 25 χρόνια λοιπόν, οι παράγκες έπλεαν αμέριμνες, και μια μέρα, η μπουλντόζα, αυτή η θεά της σύγχρονης Ελλάδας, έφτασε εκεί και τις διέλυσε, αφήνοντας ελεύθερα τα επικίνδυνα υλικά, που έκλειναν μέσα τους οι τοίχοι. Άραγε φορούσαν μάσκες οι άνθρωποι του συνεργείου κατεδάφισης;
Ένας κύκλος έκλεισε. Σύμφωνοι.
Οι κύκλοι, πρέπει να κλείνουν και να ανοίγουν άλλοι από νεότερους, από καλύτερους.
Δεν πέρασα ποτέ ξανά από κει. Μόνο όταν έμαθα ότι τις γκρέμισαν, τρία χρόνια μετά την απομάκρυνσή μου από το ταμείο, έκανα μια κυκλωτική κίνηση και εξαντλώντας τις συναισθηματικές μου αντοχές περπάτησα πάνω στα μπάζα* που κάλυπταν με την ασχήμια τους έναν από τους σημαντικούς κύκλους της ζωής μου. Όμως δεν ήξερα ποιο ρέκβιεμ ν' ακούσω μέσα μου, σιωπηλά, εκείνη την ώρα, του Mozart, του Fauré, του Palestrina, ή του...
Ίσως όμως δεν είχε και τόση σημασία.
Τέτα Μακρή, Άνοιξη 2010, Κοντέινερ
*Τα μπάζα απομακρύνθηκαν τελικά τον περασμένο Ιούλιο
Ρέκβιεμ για μια παράγκα