Συνέντευξη: Θανάσης Γώγαδης
( Για το ένθετο Πανσέληνος, με αφορμή την έκθεση στην αίθουσα τέχνης Ζεύξις,
17 Μαρτίου 2002)
Tι αποτέλεσε πηγή έμπνευσης των ΄Πολιτειών΄ σας και τι θα πρέπει ο θεατής να αναζητήσει πίσω από τις επτά αυτές εικόνες; (Αλήθεια, ο αριθμός είναι εσκεμμένος ή τυχαίος;)
Επτά εικόνες, επτά ιστορίες. Παραμύθια για άυπνους ενήλικες. Όμως είναι καλός αριθμός. Δεν είναι; Ο θεατής μπορεί να προσεγγίσει την κάθε εικόνα ως θανάσιμο αμάρτημα ή ως θαύμα!
Παράλληλα υπάρχει ο υπότιτλος ΄Από τον Σιμόνε Μαρτίνι στον Κυριάκο Κρόκο΄. Ποιος μπορεί να είναι συνδετήριος κρίκος ανάμεσα στον αναγεννησιακό ζωγράφο με τον αρχιτέκτονα του Βυζαντινού Μουσείου Θεσσαλονίκης;
Στο χώρο της τέχνης δεν υπάρχουν μεταφορικά μέσα, καθορισμένα δρομολόγια, μοιραίες καθυστερήσεις. Έτσι, βρέθηκα στη Σιένα, τον 14ο αιώνα, να ξαναδώ το μεγάλο έργο του Simone Martini στο Παλάτσο Πούμπλικο, με τη μικρή σφιχτή πολιτεία στο αριστερό μέρος, τη γεμάτη μυστικά, υγρασία, που εντείνει τις μυρωδιές, ώχρες και ροζ, και από κει πίσω πάλι, εδώ… σ’ αυτή την πόλη, όπου τα δέντρα κλαδεύονται μετά μανίας. Βρίσκω τα ροζ και τις ώχρες που ψάχνω στο κτίσμα του Κυριάκου Κρόκου, τους τοίχους που ανασαίνουν μαζί με την ατμόσφαιρα, και αισθάνομαι ευγνωμοσύνη, όπως μπροστά στο έργο του Simone Martini, κι όλες οι πολιτείες του κόσμου, όλων των εποχών, που προστατεύουν, απορροφούν, διαφυλάττουν, ενώνονται σε μια εικόνα.
Ποιοι λόγοι σας ώθησαν στη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας;
Νομίζω πως κάθε ιδέα βρίσκει την καλύτερη της έκφραση μέσα από ένα συγκεκριμένο μέσο. Όμως και κάθε μέσο, με τις διαφορετικές δυνατότητες που προσφέρει, μπορεί να δώσει μια συγκεκριμένη ιδέα σ’ ένα καλλιτέχνη. Εξάλλου, έχω ΄αμαρτήσει΄ και στο παρελθόν ενδίδοντας στην τεχνολογία, με ένα μικρό video στη διάρκεια της προηγούμενης έκθεσης μου το 1999, στο Αλτζά Ιμαρετ, και μια εγκατάσταση, η Οφηλία μου, στην 3η ΕΣΤΕΤ, την ίδια εποχή στο λιμάνι.
Γενικότερα πως αντιμετωπίζετε το εν λόγω μέσο και πόσο συμφωνείτε με τους νέους καλλιτέχνες, που κατά κόρον καταφεύγουν στη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας;
Η ποίηση δεν γράφεται μόνο σε μία γλώσσα. Καλό είναι επομένως να θέτει κανείς την τεχνολογία στην υπηρεσία του εάν αυτό τον εξυπηρετεί, αλλά λόγω του γρήγορου αποτελέσματος του μέσου, υπάρχει κίνδυνος να καταλήξουμε σκλάβοι της. Όπως επίσης υπάρχει κίνδυνος να μην μπορούμε να διακρίνουμε ότι άλλο η πληροφορία και άλλο η παιδεία.
Σε ποιον ουσιαστικότερο ΄διάλογο΄ εμπλέκονται ζωγραφική και φωτογραφία;
Ζωγραφική και φωτογραφία. Μια σχέση πάθους, αλλά παρ’ όλα αυτά πλατωνική. Τα σώματα δεν εμπλέκονται στην ιστορία. Το υλικό είναι διαφορετικό. Κοινό στοιχείο: το καρέ ή η σύνθεση, το χρώμα, ο τόνος, η αφήγηση, και πάνω απ’ όλα το βλέμμα του καλλιτέχνη, που βρίσκεται μπροστά στο τελάρο ή πίσω από την φωτογραφική μηχανή.
Μπορούμε να μιλάμε για εννοιολογική προσέγγιση; Η ομπρέλα, το χάρτινο βαρκάκι ή το φουστάνι λειτουργούν ως σύμβολα; Και πόσο συναισθηματικά φορτισμένα είναι;
Κάθε πράγμα φέρει πάνω του μια ιστορία. Το επιλέγουμε γι’ αυτό που αφηγείται και μοιραία γίνεται σύμβολο. Τα παπούτσια των πρώτων αβέβαιων βημάτων, η παρασυρμένη από τον άνεμο χάρτινη ομπρέλα, το παρατημένο στους αγρούς φόρεμα με τους λεκέδες του ίσκιου, η πλαστική σακούλα με τις διαφανείς συγκινήσεις, το προστατευμένο από τη βροχή τετράγωνο, το χάρτινο καράβι που αποτελείται από το νερό. Ο παραπαίων κύκλος της ζωής μας, αποσκευές που σέρνουμε στις πολιτείες που περνάμε. Συναισθηματικά φορτισμένα; Φαίνεται;…
Ποια η σημασία του χρόνου και της μνήμης γενικότερα στο έργο σας;
Η εξέλιξη της ιστορίας μέσα στο χρόνο. Η ιστορία του πλανήτη, η ιστορία των πόλεων, οι ιστορίες των ανθρώπων. Η μνήμη των ανθρώπων, η ανάμνηση των γεγονότων. Βαραίνουν πολύ, και δύσκολο ν’ απαλλαγεί κανείς απ’ όλα αυτά. Όμως το θέλουμε;
Η απουσία των σωμάτων στη συγκεκριμένη δουλειά είναι ένα τέχνασμα, ώστε να τονιστεί ακόμη περισσότερο η παρουσία του ανθρώπου;
Αν μπορούμε να μιλήσουμε για τέχνασμα, τότε ο Morandi το χρησιμοποίησε τέλεια. Αυτός ο υπέροχος ζωγράφος μιλά καλύτερα από κάθε άλλον για τη σιωπή και τη μοναξιά των ανθρώπων ζωγραφίζοντας βάζα και μπουκάλια στο γαλακτώδες φως του πρωινού γεύματος.
Υπάρχει γενικότερα μια σύνδεση με τον κινηματογράφο; Η υγρή και μουντή ατμόσφαιρα των έργων μοιάζει να ξεπήδησε από τη διαχρονική ατμόσφαιρα πλάνων του Ταρκόφσκι ή του Φελίνι. Ζητούμενο σας είναι μια ευρύτερη επικοινωνία με τις υπόλοιπες τέχνες, χωρίς πρωτίστως να απομακρύνεστε από τη ΄ζωγραφική΄ αποτύπωση;
Αγαπώ πολύ τον κινηματογράφο και αγαπώ πολύ τη λογοτεχνία και ένα σωρό άλλα πράγματα. Θα ήθελα να ήμουν αρχιτέκτων, μουσικός ή χορεύτρια. Όμως με τη ζωγραφική εκφράζομαι, αυτή την τέχνη έμαθα, αυτό το μέσο χρησιμοποιώ.
Ως δημιουργός δεν είστε ιδιαίτερα παραγωγική. Αυτό μεταφράζεται σε πολύ μεγάλη έρευνα πριν από την αποτύπωση ενός θέματος ή σε φοβερή επιλογή έργων πριν αυτά παρουσιαστούν σε μια αίθουσα τέχνης;
Ιδιαίτερα παραγωγική; Με κολακεύετε. Είμαι ελάχιστα παραγωγική. Όχι, δεν επιλέγω. Αυτά είναι όλα! Αντίσταση στη ποσότητα; Αντίσταση στην ταχύτητα; Πολύ ελιτίστικα ακούγονται αυτά. Εμμονή στο ελάχιστο, στο απαραίτητο; Ίσως, απλώς, ο τρόπος με τον οποίο λειτουργώ σαν καλλιτέχνης. Εκθέτω μόνο όταν νομίζω ότι έχω κάτι να πω.
Παρακολουθώντας τα εικαστικά τεκταινόμενα της εποχής μας, ποια η άποψη σας για τη σύγχρονη εικόνα των πλαστικών τεχνών στον ελλαδικό χώρο;
Στις μέρες μας η τέχνη ενδίδει συχνά στη δωρεάν πρόκληση και κυρίως στην ευκολία, λίγο πολύ παντού, επομένως και στην Ελλάδα το ίδιο – αν όχι περισσότερο, για τον απλούστατο λόγο ότι η πρόσβαση στο χώρο είναι πλέον σχετικά απλή. Αυτό βέβαια είναι ένα συμπαθητικό και κυρίως δημοκρατικό φαινόμενο.
Όσο για τους φιλότεχνους, ο μόνος τρόπος να αμυνθούν απέναντι σε ορισμένες ψευδοεικαστικές προτάσεις είναι η σχετική με το αντικείμενο παιδεία.
Ως καθηγήτρια της Σχολής Καλών Τεχνών Θεσσαλονίκης μπορείτε να μας πείτε τι δυνατότητες παρουσιάζουν οι φιλόδοξοι νέοι καλλιτέχνες; Βράζει το νέο αίμα ή εξατμίζεται σταδιακά;
Ποτέ δεν πίστεψα ότι η τέχνη πέθανε, ποτέ δεν δέχθηκα ότι επήλθε το τέλος της ζωγραφικής. Γιατί λοιπόν να ανησυχώ ότι το είδος που λέγεται καλλιτέχνης θα εκλείψει; Προστατευόμενο δεν είναι; Ή έχω λάθος πληροφορίες; Αυτοαμυνόμενο πάντως είναι σίγουρα. Πόσο μάλλον που ούτε οι σχολές ούτε οι δάσκαλοι κάνουν τους καλλιτέχνες. Την απόφαση να επενδύσει κανείς στο χώρο αυτό την παίρνει μόνος του. Και υπάρχουν νέοι, που αποφασίζουν να εμπλακούν πολύ σοβαρά στη γοητευτική αλλά και οδυνηρή περιπέτεια της εικαστικής σκέψης. Κι αυτό συμβαίνει και εδώ, στη Θεσσαλονίκη. Δεν έχει κάτι το ηρωικό αυτό το παραμύθι;