Η απουσία των σωμάτων
Απόντος του σώματος της ζωγραφικής, απόντων των σωμάτων, όλων των σωμάτων, τι μας απομένει;
Στον ασύνετο περαστικό, που παγιδεύτηκε από το βλέμμα του, τι συμβαίνει και δεν μπορεί να απαλλαγεί με αυθάδεια έστω, αν όχι με ελαφρότητα, από την συνάντηση του με μια εικόνα;
Μια επιμονή του αμφιβληστροειδούς, ένα σχήμα, μια κατάσταση, που συγκαλούν εικόνες και λέξεις.
Αυτός ο τρόπος με τον οποίο τις συνδέουμε σ΄ ένα παιχνίδι κατόπτρων, όπου τίποτα δεν εξηγείται αλλά και τίποτα δεν διαλανθάνει. Αυτός ο τρόπος ν΄ αφήνει κανείς να αναδύεται αργά ότι δεν μας αποκαλύπτεται αμέσως, δεν μας παραδίδεται εύκολα ή και καθόλου και που, ωστόσο, το αισθανόμαστε πολύ κοντά, να μας αγγίζει, να μας φέρνει δάκρυα από φόβο μήπως μείνουμε στην όχθη, μήπως δεν τολμήσουμε το ταξίδι και ακούσουμε: «αυτή η πόρτα ήταν εκεί μόνο για σένα».
Πόσος χρόνος, πόση ζωή (ζωές) χρειάζεται για να δεχτούμε αυτό που προσωρινά μας παραχωρείται . Μια δωρεά, που δεν αποταμιεύεται, μια στιγμή ν’ αδράξουμε χωρίς άλλη διαδικασία εκτός του να πούμε ναι, να δεχθούμε απλώς τον εαυτό μας όπως ξαφνικά μας αποκαλύφθηκε.
Ένας «ακίνητος ταξιδιώτης» αποσυρμένος στον κρυφό του κόσμο. Έχουμε όλοι εικόνες που μας περιμένουν, και που είναι «το σταθερό κεφάλαιο της ψυχής». Δεν ξέρω τι να πω, που δεν το γνωρίζουμε ήδη.
Να συναντηθούμε, να συνειδητοποιήσουμε, όχι να ξεκαθαρίσουμε λογαριασμούς.
Εκεί βρίσκεται η διακύβευση της Τέτας. Το επείγον που δεν σπεύδει, που διακινδυνεύει να συνθέσει εικόνες τόσο κοντά στο προσωπικό, με τέτοια συστολή στην αναίδεια τους. Αυτοελέγχθηκε τόσο πολύ υπακούοντας στην απαίτηση της ως ζωγράφου καχύποπτου απέναντι στα τεχνάσματα, τις ευκολίες, την δεξιοτεχνία και την πολυλογία. Είναι υποχρεωμένη να επιτρέψει στην πολυπλοκότητα του κόσμου να εμφανιστεί, να παρουσιάσει την καταγραφή των αντικειμένων, των τόπων, των σχέσεων ανάμεσα στα πράγματα και την ιστορία τους.
Γιατί ο κόσμος της, έχει μια ιστορία όπου όλοι και όλα αφομοιώνονται. Δεν υπάρχει ούτε μέθοδος ούτε διατύπωση μόνο η τιμή, που αποδίδεται στο εύθραυστο, στην αρμονία, στην περίοδο χάριτος, στο φευγαλέο, το αναπάντεχο, το μη ευδιάκριτο στην περισυλλογή και την τρυφερότητα.
Μια κοινωνία του εγγίζοντος και του εγγιζόμενου, μια διαμάχη ανάμεσα στην προσέγγιση και την αποστασιοποίηση, συναινούν να συναθροίσουν μέσα σ’ αυτές τις ψηφιακές εικόνες τα ίχνη του Σιμόνε Μαρτίνι και τα δικά της ίχνη, τις αναμνήσεις, τις αποσιωπημένες επιθυμίες, τη λήθη και τη συνενοχή του Οδυσσέα.
Πάντα ανά δύο, τα στοιχεία των συνθέσεων της, ενώνονται και συμπάσχουν εφήμερα με το βιωμένο, εγκλωβισμένα μεταξύ ουρανού και γης, όπου βροχή, το νερό, περιπαίζουν το χαρτί της βάρκας όπως και της ομπρέλας, όπου ο άνεμος παρασύρει διφορούμενες σακούλες και το χορτάρι των αγρών υποδέχεται άδεια φορέματα, όπου τα παιδικά παπούτσια δεν αφήνουν σημάδια στο έδαφος, όπως και η σκιά μιας αόρατης μορφής διαγράφει ένα παράθυρο στον ουρανό, που σκοτείνιασε η καταιγίδα.
Πώς να ονομάσεις την ενότητα αυτών των παραλλαγών, που μας αγγίζουν απροειδοποίητα, γιατί δεν έχουμε ακόμα αφιχθεί, το ταξίδι μας δεν μπορεί να τελειώσει, είναι πολιτείες ακυβέρνητες μέσα μας, γλυκόπικρη διαύγεια για να μη χαθεί η αυστηρή ομορφιά των εικόνων της Τέτας.
Michel Salsamm, ζωγράφος
Καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού
Ιανουάριος 2002